Εκ πρώτης όψεως, το eyeborg μοιάζει με ακουστικά ηλεκτρονικού υπολογιστή από τα οποία κρέμεται μια μικροκάμερα στο ύψος του ματιού, έτσι ώστε να καταγράφει αυτό που βλέπει ο χρήστης. Η λειτουργία του συστήματος, όμως, είναι πολύ πιο περίπλοκη. Κάθε χρώμα έχει ένα συγκεκριμένο μήκος κύματος. Το τσιπ που τοποθετείται στο πίσω μέρος του κεφαλιού επιβραδύνει την ταχύτητα του φωτός και από οπτικό γίνεται ηχητικό. Η συσκευή συνδέεται, εκτός από την κάμερα, και με το ειδικό λογισμικό μέσω φορητού υπολογιστή, τον οποίο ο Νιλ κουβαλά σε σακίδιο, για να μην τον εμποδίζουν τα καλώδια. Η μπαταρία έχει διάρκεια ζωής περίπου δέκα ώρες. Ο Χάρμπισον πέρασε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα απομνημονεύοντας τις συχνότητες που αντιστοιχούν σε κάθε χρώμα. Το κόκκινο, για παράδειγμα, έχει πολύ χαμηλή συχνότητα και έτσι «μεταφράζεται» σε χαμηλή νότα (φα), ενώ, αντίθετα, το μπλε ακούγεται σαν ηχηρό ντο. Ολα τα υπόλοιπα χρώματα βρίσκονται ανάμεσα σε αυτά τα δύο, με εξαίρεση το μαύρο και το άσπρο, που είναι... αθόρυβα. «Στην αρχή υπέφερα από πονοκεφάλους λόγω της συνεχούς εισροής ήχου, αλλά το συνήθισα μετά από πέντε εβδομάδες. Πλέον, δεν μπορώ να διαχωρίσω πού τελειώνει το μυαλό μου και πού ξεκινά ο υπολογιστής, αφού η αντίληψη του χρώματος ταλαντεύεται μεταξύ των δύο», λέει ο Χάρμπισον, που δεν αποχωρίζεται την «έξτρα» αίσθηση ούτε λεπτό. Αφού συνεργάστηκε με τον Σλοβένο καλλιτέχνη και ειδικό ηλεκτρονικής Πέτερ Κέζε για την αναβάθμιση του eyeborg, ο Νιλ έχει τη δυνατότητα να ακούσει πάνω από 360 διαφορετικά χρώματα και να αντιλαμβάνεται ακόμη και την ιδιότητα του κορεσμού. «Τώρα πια, με τη βοήθεια του τόνου της κάθε νότας, αναγνωρίζω το χρώμα, ενώ με την αυξομείωση της έντασής του μπορώ να ξεχωρίσω αν το χρώμα είναι θαμπό ή λαμπερό. Ολη αυτή η διαδικασία θα ήταν σαφώς πιο δύσκολη αν δεν είχα σπουδάσει σύνθεση», εξηγεί. Οι περισσότεροι από εμάς αδυνατούμε να συλλάβουμε την απουσία του χρώματος. Γι' αυτό, ακόμη και τώρα, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς το ρόλο που παίζει το eyeborg στη ζωή του. Σύμφωνα με τον Χάρμπισον, «η ικανότητα να ακούς τα χρώματα είναι πολύ πιο συναρπαστική από το να τα βλέπεις. Αλλωστε, η αίσθηση της ακοής είναι πολύ πιο ακριβής από αυτήν της όρασης». Η καθημερινότητά του περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από αυτό. Ντύνεται σύμφωνα με το τι ήχο βγάζει το σύνολο των ρούχων - κίτρινα παπούτσια, πουά παντελόνι και φανταχτερές μπλούζες, τρώει φαγητά που έχουν όμορφο άκουσμα, κυρίως σαλάτες, θεωρεί μονότονη τη θέα της θάλασσας ή του δάσους και τον ελεύθερο χρόνο του τον περνάει στα σούπερ μάρκετ! «Η πανδαισία χρωμάτων στα ράφια με τα απορρυπαντικά είναι για μένα σαν ένα ξέφρενο πάρτι!» λέει. Μετά, άλλαξαν οι διαπροσωπικές του σχέσεις. Στα μάτια του, κάθε άνθρωπος είναι μια νότα που προκύπτει από το χρώμα που κυριαρχεί στο σώμα του. «Ακούγοντας τα χρώματα, επαναπροσδιόρισα την έννοια της ομορφιάς. Ανθρωποι που δεν μου φαίνονταν ιδιαίτερα εμφανίσιμοι βγάζουν πολύ όμορφο ήχο και άλλοι πιο ευπαρουσίαστοι βγάζουν μια παραφωνία!» εξηγεί. Η καριέρα του ως καλλιτέχνη δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη και ο Νιλ αγωνίζεται να αποδείξει μέσα από τα έργα του ότι η σχέση μεταξύ μουσικής και ζωγραφικής δεν είναι αυθαίρετη. Τα δύο πιο γνωστά πρότζεκτ του που έχουν εκτεθεί στη Βρετανία είναι το «Color Scores», μια σειρά από πίνακες στους οποίους έχει ζωγραφίσει τις πρώτες εκατό νότες αγαπημένων του μουσικών κομματιών (χαρακτηριστικό παράδειγμα η πολύχρωμη «Βασίλισσα της νύχτας», του Μότσαρτ), καθώς και το «Sound Portraits», όπου σχεδιάζει τα πρόσωπα ανθρώπων καθώς τους σκανάρει με το eyeborg. Πάταγο είχε κάνει στο Παρίσι το πορτρέτο του Πίτερ Μπρουκ (2010), αλλά και αυτό του πρίγκιπα Καρόλου (2005). Τελευταία, καταπιάνεται με το χρώμα που κυριαρχεί σε διάφορες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δημιουργώντας άλλη μια σειρά ευρηματικών έργων. Μπορεί να μην έχει ταξιδέψει ποτέ στη χώρα μας, αλλά την Ελλάδα τη φαντάζεται «με παραδοσιακή αρχιτεκτονική και πολλά ιστορικά μνημεία, στις αποχρώσεις της ώχρας και του κεραμιδιού». Καθημερινές δυσκολίες Σημαντική στιγμή για τη Βρετανία ήταν όταν ο Νιλ θέλησε να ανανεώσει το διαβατήριό του, στέλνοντας μια φωτογραφία στην οποία φορούσε το εξάρτημα. Το αίτημά του αρχικά είχε απορριφθεί από την κυβέρνηση, αλλά ύστερα από μια εκστρατεία που οργάνωσε ο ίδιος, υπερασπιζόμενος το δικαίωμά του να θεωρεί το eyeborg προέκταση του εαυτού του, έγινε τελικά δεκτή. Και όμως, η περιπέτεια του Νιλ δεν απευθύνεται στο ευρύ κοινό, αφού «δεν είναι πολλοί εκείνοι που θα μπορούσαν να συμβιώσουν με αυτό», εξηγεί. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχει πέσει θύμα κοινωνικού ρατσισμού - ακόμη και οι υπεύθυνοι ασφαλείας στα εμπορικά κέντρα του Λονδίνου τού κάνουν κάθε φορά εξονυχιστικό έλεγχο για να σιγουρευτούν ότι δεν είναι επικίνδυνος. Πέρυσι, «τρεις αστυνομικοί μού επιτέθηκαν κατά τη διάρκεια διαδήλωσης, επειδή νόμιζαν ότι τους τραβάω με κάμερα!» θυμάται χαρακτηριστικά. Αναγνωρίζοντας τη συνεισφορά του σε κοινωνικό επίπεδο, έχει ιδρύσει το «Cyborg Foundation», ένα κέντρο που ερευνά τη δίχως όρια εξέλιξη των τεχνητών αισθήσεων. «Η ανταπόκριση είναι τόσο μεγάλη, που σιγά-σιγά οργανώνονται ερευνητικές ομάδες στο Εκουαδόρ, στη Βραζιλία και στο Μεξικό. Αμφιβάλλω αν σε πενήντα χρόνια από σήμερα θα υπάρχει ακόμη ο κώδικας Μπράιγ». Πριν από χρόνια, ο Πάμπλο Πικάσο αναρωτιόταν «γιατί δύο χρώματα, όταν τα βάλεις δίπλα-δίπλα, τραγουδούν». Ο Χάρμπισον χαμογελάει, γιατί τώρα ξέρει την απάντηση. «Οταν είσαι λίγο διαφορετικός, αποζητάς μια φυσιολογική ζωή. Οταν όμως μεγαλώνεις όντας πολύ διαφορετικός, θέλεις να σου το αναγνωρίζουν. Και εγώ τα κατάφερα». www.kathimerini.gr , Περιοδικό «Κ» |